Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Ερώτηση και απάντηση

Κάθισε γυμνός και μεθυσμένος σε ένα δωμάτιο μια καλοκαιρινή
νύχτα, παίζοντας με τη λεπίδα του μαχαιριού
στα ακροδάχτυλα του, γελώντας και ενθυμούμενος
όλα τα γράμματα που είχε παραλάβει
λέγοντας του ότι
ο τρόπος που κείνος έζησε και έγραψε για αυτόν
τον έκαναν να σταθεί στα πόδια του
όταν όλα φάνταζαν
πέρα για πέρα
απελπιστικά

τοποθέτησε την λεπίδα στο τραπέζι και
την χτύπησε με το δάχτυλο του
κι εκείνη περιστράφηκε
σε ένα αστραφτερό κύκλο
κάτω από το φως της λάμπας

ποιος στο διάολο θα με σώσει;
σκέφτηκε
και καθώς η κόψη του μαχαιριού σταμάτησε  
η απάντηση ήρθε:
θα πρέπει
εσύ να σώσεις τον εαυτό σου

εξακολουθώντας να χαμογελά

α: άναψε
ένα τσιγάρο

β: έβαλε
ένα ακόμη
ποτό

γ: έδωσε στην λεπίδα
άλλη μια
στροφή

Question and Answer – Charles Bukowski
(Απόδοση: Γιώργος Δυνέζης)

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

Ωδή στη Μοναχικότητα

Ευτυχισμένος κείνος που ποθεί και μεριμνά
τα πατρικά του στρέμματα ακόμα
χαρούμενος το φυσικό του αέρα να ανασά
εις το δικό του χώμα

Κείνος που τρέφεται με γάλα και αλευριά
και τα κοπάδια του τον ντύνουν από μόνα
τα δέντρα που το καλοκαίρι δίνουνε σκιά
φωτιά μες τον χειμώνα

Μακάριοι! εκείνοι που θα βρουν ανεμελιά
σε μέρες και σε χρόνια που φεύγουνε αέρα
σε σώμα ευρωστία, γαλήνη στα μυαλά
βαθιά σιωπή την μέρα

Βαθύς ο ύπνος τους την νύχτα· μελέτη και τ’ απλά
ανάκατα μαζί· γλυκιά ψυχής την αγωγή
και αθωότητα, που πιο πολύ βοηθά
την περισυλλογή

Γι’ αυτό ανείδωτος στα άγνωρα - πια έτοιμος
και δίχως μοιρολόγια να πεθάνω θέλω μόνο
χαμένος από τον κόσμο - και όχι πέτρινος
εκεί που θα ξαπλώνω

Ode on Solitude - Alexander Pope
(Απόδοση: Γιώργος Δυνέζης)

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Οι εντυπώσεις ενός πνιγμένου

(Προσεχώς...)*

ναι καιρς ν φανερώσω τν τραγδία μου. Τ μεγαλύτερό μου λάττωμα στάθηκε χαλίνωτη περιέργειά μου, νοσηρ φαντασία κα προσπάθειά μου ν πληροφορηθ γι λες τς συγκινήσεις, χωρς τς περσότερες, ν μπορ ν τς ασθανθ. Τ χυδαία μως πράξη πο μο ποδίδεται τ μισ. ζήτησα μόνο τν δεατ τμόσφαιρά της, τν σχατη πικρία. Οτε εμαι κατάλληλος νθρωπος γι τ πάγγελμα κενο. λόκληρο τ παρελθόν μου πείθει γι᾿ ατό. Κάθε πραγματικότης μο ταν ποκρουστική.
Εχα τν λιγγο το κινδύνου. Κα τν κίνδυνο πο ρθε τν δέχομαι μ πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω γι σους, καθς γώ, δν βλεπαν κανένα δανικ στ ζωή τους, μειναν πάντα ρμαια τν δισταγμν τους, θεώρησαν τν παρξή τους παιχνίδι χωρς οσία. Τος βλέπω ν ρχονται λοένα περισσότεροι μαζ μ τος αἰῶνες. Σ᾿ ατος πευθύνομαι.
φο δοκίμασα λες τς χαρές !!! εμαι τοιμος γι ναν τιμωτικ θάνατο. Λυπομαι τος δυστυχισμένους γονες μου, λυπομαι τ δέλφια μου. λλ φεύγω μ τ μέτωπο ψηλά. μουν ρρωστος.
Σς παρακαλ ν τηλεγραφήσετε, γι ν προδιαθέσ τν οκογένειά μου, στ θεο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, δς Μονς Προδρόμου, πάροδος ριστοτέλους, θήνας.
Κ.Γ.Κ.
[Υ.Γ.] Κα γι ν᾿ λλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω σους ξέρουν κολύμπι ν μν πιχειρήσουνε ποτ ν ατοκτονήσουν δι θαλάσσης. λη νύχτα πόψε π δέκα ρες, δερνόμουν μ τ κύματα. πια φθονο νερό, λλ κάθε τόσο, χωρς ν καταλάβω πς, τ στόμα μου νέβαινε στν πιφάνεια. ρισμένως, κάποτε, ταν μο δοθε εκαιρία, θ γράψω τς ντυπώσεις νς πνιγμένου.

(Κώστας Καρυωτάκης)


Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Ταυτότητα

Κάπου σ’ ένα ανεμοδαρμένο διάστημα
στη γη του λυκόφωτος και του κανενός
δυο βιαστικές μορφές συναντηθήκανε
και αλληλοκοιταχτήκαν εκτενώς

«Ποία είσαι εσύ;» ρώτησε η πρώτη
καθώς το φως γινότανε αργά σκοτάδι
«δεν ξέρω» απάντησε η δεύτερη μορφή
«εγώ μόλις πέθανα εχθές το βράδυ!»

Identity - Thomas Bailey Aldrich
(Απόδοση: Γιώργος Δυνέζης)


Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015

H πίστη

Να ‘μαι εδώ – αναπνέω
εργάζομαι          
ζω
και γράφω ποίηση
(το καλύτερο για το δόσιμο της)
Ζωή – κι εγώ αγριοκοιτάζω
απέναντι σε κάθε άλλο
και μαζί με αυτό παλεύω
με όλη μου την δύναμη

Ζωή –κι εγώ φιλονικώ
αλλά δεν μου πέφτει το ηθικό
που το περιφρονούν
Όχι, ακριβώς το αντίθετο
παρόλο που κάποτε θα χάσω
τη ζωή με τα θηριώδη
χαλύβδινα νύχια της
ακόμα κι έτσι θα την έχω στην καρδιά μου
ακόμα κι έτσι

Ας υποθέσουμε πως μου περνούσαν
ενα σκοινί
γύρω από το λαιμό μου
και με ρωτούσαν γρήγορα
«Θες να ζήσεις άλλη μια ώρα;»
επιτόπου θα απαντούσα
«Λύστε!
Λύστε!
ελάτε γρήγορα λύστε
το σκοινί, παλιοκαθάρματα»

Καθώς, για την ζωή δεν υπάρχει τίποτα
να μην τολμούσα να κάνω
Θα μπορούσα να πετάξω
με ένα πειραματικό αεροσκάφος στον ουρανό·
να σκαρφαλώσω σε ένα βρυχώμενο πύραυλο
εξερευνώντας
μόνος μου στο διάστημα
μακρινούς πλανήτες

Ακόμη να νιώσω
απίστευτη χαρά
αγναντεύοντας
ψηλά     
τον γαλάζιο ουρανό
Ακόμα θα ένιωθα
απίστευτη χαρά
να είμαι ζωντανός
και να συνεχίσω να είμαι ζωντανός

Μα πρόσεξε, πες
πως παίρνεις (πόσο να πούμε)
κάτι λίγο από την πίστη μου·
Τότε θα μπορούσα να οργιστώ -
Θα εξοργιζόμουν από τον πόνο
σαν ένας πάνθηρας
που καρφώθηκε στην καρδιά

Γιατί μετά εμένα, τι θα
μου χει απομείνει;
μετά την κλοπή
θα ήμουν αλλόφρων
για να το πω απλά
κι ευθέως
θα ήμουν ένα τίποτα

Ίσως να εύχεσαι
να μπορούσες να σβήσεις
την πίστη μου
«στις καλύτερες μέρες»
την πίστη μου
πως αύριο
η ζωή θα είναι ομορφότερη
η ζωή θα είναι σοφότερη

Προσεύχεσαι, μα πως μπορείς να την διαλύσεις;
Με σφαίρες;
Όχι, αυτό είναι ανώφελο
Πάψε! δεν έχει νόημα

Η πίστη έχει πανίσχυρη πανοπλία
στο γερό μου στήθος
και οι σφαίρες – που θα μπορούσαν
να θρυμματίσουν την πίστη μου –
απλώς δεν υπάρχουν
δεν υπάρχουν!

Faith – Nikola Vaptsarov
(Απόδοση: Γιώργος Δυνέζης)